Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

SONUS CALCANTIUM ABSTULI (ποιητικό χρονογράφημα)


















Στην αρχή είναι μόνο τα χέρια, αναδεύουν τα ύδατα
ζωγραφίζοντας κύκλους απελπισίας.
Ύστερα μπαίνουν στο χορό και τα πόδια
κολυμπάνε ασυνάρτητα
μουδιασμένα κι ανήμπορα μέλη
άθελα τους, επισπεύδουν τα επικείμενα.

Τα μάτια αναζητούν τη στεριά, σε σβησμένα παράκτια φώτα 
- άλλη μια Χαμένη Πατρίδα -
φωνές εκπέμπουν σήματα σος 
σ’ ακαταλαβίστικες γλώσσες
τις σκεπάζουν παράπλευροι θόρυβοι.
Κανείς δεν θα έρθει – οι άνθρωποι δεν είναι δελφίνια -    
σκληραίνουν στα δύσκολα.

Τα παγωμένα νερά 
θέτουν σοβαρή υποψηφιότητα για το ρόλο του δήμιου
συναγωνίζονται επάξια τ’ αφρισμένα κύματα.
Δεν έχει δοθεί ακόμα, οριστική ετυμηγορία
ίσως στο τέλος χαθούν,  απ’ αδιευκρίνιστη αναλγησία.
Οι γλάροι μετανιώνουν που δεν γεννήθηκαν γύπες.
Ο βυθός, ως πιο έμπειρος, απλά περιμένει.
Προσεχώς, θαμμένοι  ζωντανοί
γυναικόπαιδα, αδέρφια και φίλοι.

Δεν φταίει κανείς κι είναι όλοι συνένοχοι.
Ο ομοεθνής με το παραμύθι για χώρες  «τράνζιτ»
ενδιάμεσοι σταθμοί, στο δρόμο για τον παράδεισο 
ο φιλόστοργος διακινητής 
- ήδη σιγούρεψε στο πουγκί του τα χρήματα –
ένας αυτόπτης λιμενικός,  φοβήθηκε να δειχτεί σπλαχνικός
ή πάλι μπορεί να χάθηκε στη μετάφραση
κάθε έκκληση για βοήθεια.
Eσύ, εγώ…όλοι…φταίμε…

Η αλήθεια θα διαγραφεί απ’ τα πρακτικά
για λόγους πολιτικής ορθότητας
τόσα και τόσα ναυάγια
ποιος θα τολμήσει,  ν’ αναμετρηθεί
μ’ αριθμούς και στατιστικές
έχουν προτεραιότητα κρατικοί προϋπολογισμοί
δημόσια χρέη, νέοι δασμοί, παγκόσμιες συνομωσίες.
Δεν έχει σημασία, λαθραίος ή νόμιμος
κανείς δεν θα εξαιρεθεί την ώρα της κρίσης
όλοι στο τέλος θα καταλήξουμε ισόνομοι
κοινή η  μοίρα του θανάτου
μοναδική, αναπόφευκτη δικαιοσύνη.
Aυτό που οι Αρχαίοι ονόμαζαν Θέμις
συνώνυμο  του Δικαίου, του Νόμου, της Τάξης
πάντα το μπέρδευα με τη Νέμεσις,  αλλιώς Θεία Δίκη.  

Μετά τον κατακλυσμό
προκύπτει πάντα ένα πιο ενάρετο είδος
κάτω απ’ τις πέτρες του σύγχρονου Δευκαλίωνα
ισοπεδώνονται  οι προπατορικές αμαρτίες.
Στη νέα τάξη πραγμάτων
θα διαγράφονται όλα τα ποινικά αδικήματα
θα εξαλείφονται δια παντός οι ευθύνες.   
Ψέματα, δεν θα υπάρξει ποτέ  γη της Επαγγελίας.
Populus in mare
exspectationem in mare
infantes in mare...
Ο  θόρυβος έπαψε. Σιωπή… 

"ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ"
φωτογραφία: https://www.facebook.com/efthimisphotography?fref=ts

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

Ο ΦΥΛΑΚΑΣ ΤΩΝ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΩΝ 

Στην Ιωάννα Ραβδά


Ποια ρότα διάλεξες 
δε ξέρεις 
στην ζωή
και τώρα κοιτάς
τα τραίνα που φεύγουν
και των αγνώστων
το τρεχάτο βήμα.

Μετράς τις ώρες 
με το φευγιό
κρατάς στο μυαλό σου
εικόνες
προσώπων που χάραξαν
απουσία.

Εσύ
ο φύλακας των σιδηροδρόμων
βαστάς πορεία 
σταθερή
κάθε νύχτα-
για μιας καινούριας μέρας
απουσία.



ΑΣΤΡΟΛΑΒΟΣ

Στην Ιωάννα Ραβδά

Δες πως αλλάζουνε τα χρόνια
δεν πως αλλάζουμε κι εμείς,

η ζωή μονάχα ανηφόρα
και στο τέλος θα χαθείς.

Μικρή πατρίδα η αγάπη
και Μεγάλη Άρκτος η στιγμή

κι ο διαβάτης αστρολάβος
μες στην νυχτερινή γραμμή.

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014

Ασημένιος Συναγερμός (ποιητικό χρονογράφημα)















Χαμένος σε μι’ αφιλόξενη πόλη
δεν θυμάσαι πως έφυγες, ούτε γιατί.
Περπατάς, σταματάς, περπατάς, σταματάς…
κάπου-κάπου ξαπλώνεις στις αποβάθρες των τρένων
κάτω απ’ τα κολάζ των  εξαφανισμένων παιδιών
- τραγικές ειρωνείες! –
το πρόσωπο σου δείχνει θολό
σε σχέση με τους εικονιζόμενους στις φωτογραφίες.
Οι περαστικοί, από κάτι τρέχουν κι αυτοί να ξεφύγουν
χωρίς να το θέλουν σε τιμωρούν
βλέπουν σε σένα, δικές τους ρυτίδες.

Κάποιοι ακόμα σε μνημονεύουν, σαν αγαπημένο ταξίδι.
Προσποιούνται,  πως στ’ αλήθεια τους έλειψες
σ’ αναζητούν μανιωδώς
δεν είναι βέβαιο,  ότι θέλουν πραγματικά, να βρεθείς.
Οι επικοινωνιολόγοι επέλεξαν πιασάρικο σλόγκαν  
- ασημένιος συναγερμός - 
τα δεκαπέντε λεπτά διασημότητας ηχούν εφιαλτικά
εμβόλιμες παραφωνίες.
Ποζάρεις αμήχανα, σαν κατάδικος.
Κανείς δεν πρόκειται ν’ αναρωτηθεί
αν πρόκειται για φυγή ή εξαφάνιση.
Κάποιοι θα σε ξεγράψουν a priori, κάποιοι ποτέ
έτσι ήταν και πριν, μα σου έριχναν στάχτη στα μάτια.

Πόσος δρόμος μένει, πριν κουραστείς…
Κάτι είχες κανονίσει να κάνεις, αλλά είναι ήδη αργά
εδώ και καιρό η μνήμη, μόνο προδίδει.
Αναπολείς τον πρώτο έρωτα.
Πενθείς τα παιδικά σου όνειρα, τα  πρόδωσες όλα.
Αναρωτιέσαι αν πονάει ο θάνατος.
Συνεχίζεις να βλέπεις, ν’ ακούς, να φοβάσαι
μα το σήμερα διαρκώς ξεγλιστρά
τόση πολλή πληροφόρηση, τόσα πρέπει, τόσες ευθύνες.
    
Είναι φορές που θυμώνεις,  χωρίς να ξέρεις αιτίες
τις προάλλες έφτυσες κατάμουτρα έναν φορτηγατζή
παραλίγο να σε σκοτώσει.
Είναι φορές που ιδρώνεις κι άλλες,  το σώμα παγώνει.
Έσπασαν οι πυξίδες σου, δύσκολη εποχή ο χειμώνας
γι' απωλεσθείσες ταυτότητες.
Όταν νυχτώνει όλα μοιάζουν αλλιώς.
Έρχεται ο ύπνος και σε λυτρώνει.
Είδες σ’ όνειρο, πως ήσουν γαμπρός.
Εκείνη χόρευε δίπλα σου τον χορό του προφήτη
καλυμμένη, σ' ολόλευκο τούλι
- το νυφικό της, μαζί και το σάβανο -
Στο τέλος σας έραναν,  ρύζι με ροδοπέταλα.
Φιληθήκατε για τελευταία φορά.

Το πρωί σε βρήκαν σε στάση εμβρύου
δίπλα σ’ έναν κάδο ανακύκλωσης.
Δεν ιδρώνεις πια.
Η  θερμοκρασία σου σταθεροποιήθηκε στο μηδέν.
Δεν βλέπεις, δεν ακούς, δεν φοβάσαι…
Όπου να’ ναι,  θ’ αποσύρουν και τη ρεκλάμα σου. 

"ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ"
φωτογραφία: https://www.facebook.com/efthimisphotography





Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2014

Η Βασίλισσα της Κρεαταγοράς (ποιητικό χρονογράφημα)


Τόσο μεγάλος ο κόσμος, τόσο ελάχιστος…
Πόσα μέρη δεν θα δω ποτέ, πριν πεθάνω.
Όλη κι όλη η ζωή μου, χάρτινοι τοίχοι 
κι οσμές λιπαρών φαγητών.
Σέρνω το κορμί, από τελετή σε τελετή 
δίχως κανένα επίτευγμα.
Ντρέπομαι να πω την αλήθεια στους οπαδούς
μοιάζουν αμείλικτα, με τους επικριτές μου.
Ντυμένοι τ’ ασπρόμαυρα κοστουμάκια τους 
οι περισσότεροι διπλοθεσίτες.
Μετρ στο φως, στο σκοτάδι νεκροθάφτες.

Τόσο όμορφος ο κόσμος, τόσο αποτρόπαιος…
Πόση γη κι ουρανό
μου στερεί η εξάρτηση απ’ την κοινωνική δικτύωση.
Ξαπλώνει η ψυχή κουρασμένη 
σ’ ευωδιαστά Λιβάδια Λεβάντας
η μυρωδιά της Αγγλικής επαρχίας
γλυκαίνει τη συντριβή μου.
Με τρεμάμενα χέρια, αγκαλιάζω την Κοιλάδα των Κρίνων
θέλω, να σας μεταδώσω την Άνοιξη
απ’ την καρδιά της Santa Lucia.
Κοιτάζομαι, χωρίς να με βλέπω, σ’ έναν καθρέφτη από χιόνι
στη στεριά τον φωνάζουν Salar de Uyuni
ποιος να περίμενε, πως θα τον ανέτρεφε η Βολιβία.

Τόσο παράξενος ο κόσμος, τόσο απροσδόκητος…
Πόσα μας δίδαξαν πραγματικά 
για την κουλτούρα της Γερμανίας
-μόνο για ψυχικά διαταραγμένους ηγέτες! -
μελετάμε τις μαύρες σελίδες τους 
αντί να περιηγηθούμε στο Μαύρο Δάσος 
εξερευνητές ή έστω τουρίστες 
όπως κι αυτοί - δεν είναι όλοι τους κτηματομεσίτες -
σκαρφαλώνουν τα καλοκαίρια, κάθιδροι
στους ιερούς μας βράχους
για μια ακριβοθώρητη φωτογραφία.

Τόσο μοντέρνος ο κόσμος, τόσο αναχρονιστικός…
Με τρισδιάστατες εικόνες, στήνω καρέ-καρέ 
τις νυχτερινές προβολές μου.
Εναλλάσσονται οι σκηνές, σαν τρέιλερ 
χολιγουντιανής υπερπαραγωγής.
Οι Κόκκινες Παραλίες της Κίνας 
συναγωνίζονται σε σασπένς
την Μπλε Σπηλιά ακριτικού νησιού μας.
Όλα είναι θέμα τοπίου
όμως αλλιώς διδαχτήκαμε γεωγραφία.
Ούτε λόγος για την ιστορία, αυτή και να θες, δεν διδάσκεται
μόνος σκοπός της, η επανάληψη.

Τόσο απλός ο κόσμος, τόσο πολύπλοκος...
Δοκιμάζω τη γεύση της αποποινικοποιημένης Ολλανδίας
ατενίζοντας τις παραλλαγές του ορίζοντα.
Οι σκέψεις διακόπτονται, μονάχα από χωράφια τουλίπας
μι’ αδάμαστη ίριδα, ζωγραφισμένη στα σύννεφα.
Απόψε θα σε πάρω κι εσένα μαζί
πιασμένοι απ’ το χέρι, θα διασχίσουμε 
το Τούνελ της Αγάπης
ως φόρο τιμής στα κορίτσια απ’ την Ουκρανία
δεν γεννήθηκαν σε σκλαβοπάζαρα, ασχέτως κατάληξης.

Τόσο άνισος ο κόσμος, τόσο ανισόρροπος…
Ξύπνησα αργά, κάπου ανάμεσα στο πρωί και το βράδυ
με μάτια θολά, απ’ τα τσιγάρα των φίλων μου
με στήθος βαρύ απ’ τις απογοητεύσεις τους.
Βαρέθηκα να οικειοποιούμαι τους χωρισμούς
τις χρόνιες νευρώσεις, τα προβλήματα, τις αποτυχίες.
Με σέρνουν μαζί τους, σε χώρους μαζικής εστίασης, φιλανθρωπικά γκαλά, θεατρικές πρεμιέρες 
β’ διαλογής ξενυχτάδικα.
Γίνομαι τόσο-δούλα, να χωρέσω 
στα λοιπά αξεσουάρ τους.

Τόσο ονειρικός ο κόσμος, τόσο εφιάλτης…
Καταλήγω ελαφρώς μεθυσμένη 
στα φημισμένα τραπέζια της Βαρβακείου
οι άλλοι καταπίνουν πατσά, εγώ τον ξερνάω.
Μου υποσχέθηκαν ένα βράδυ χωρίς θάνατο
γνωρίζουν καλά, πως στη θέα του, ανατριχιάζω.
Η πασαρέλα διαμελισμένης πανίδας
μου κλείνει πονηρά το μάτι
πίσω απ’ το λιγδιασμένο τζάμι 
σκουπίζει ο χασάπης το μέτωπο
αίμα στο αίμα, στάζει η λευκή ποδιά του. 
Οι φίλοι μου ανάβουν τσιγάρο.
Είμαι ερίφιο προς σφαγή – κι εσύ φίλε –
ένα κομμάτι κρέας, κρεμασμένο 
στο σκουριασμένο τσιγκέλι της παγκοσμιοποίησης.
Από πολίτης του κόσμου, να τώρα! 
Ανακηρύσσομαι παμψηφεί:
Βασίλισσα της Κρεαταγοράς.


"ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ"
φωτογραφία:  https://www.facebook.com/efthimisphotography?ref=ts&fref=ts


Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2014

Οι θεατρίνοι (ποιητικό χρονογράφημα)



Όπως ο ήλιος, στιγμιαίος, μα σταθερός
στη συνάντηση με τη γη, λιποτακτεί πρώτος
γόνιμη ή καμένη, την αφήνει.

Παίζουμε – εξουσιαζόμενοι & εξουσιαστές –
το παιχνίδι του ποντικού με τη γάτα.
Αν μας πιάσεις, μη λυπηθείς
για τα ψέματα, τις σιωπές, τ’ ανεκτίμητα πάθη
να μας δικάσεις, ερήμην.

Ξυπνήσαμε ασήκωτοι, σαν απ’ αρρώστια
διασχίσαμε τις σκεπές, να μην καούμε απ’ τη λάβα
κάναμε υπόγεια καταφύγια τα σχολεία και τις παιδικές χαρές
μέχρι να περάσει κι αυτός ο τυφώνας.
Δεν με νοιάζει το μετά – με πονάει – κι ας φαντάζω αυτάρκης.
Είναι φορές που θα ήθελα, να εξαφανιστώ
πριν μ’ αποτελειώσει το όνειρο της ισονομίας – δεν ξέρω το πώς –
και φοβάμαι, ν’ αντισταθώ στο οικείο.

Έπειτα εσύ δεν φταις, που γεννήθηκες φαύλος
με χέρια σκληρά, φωνή μειλίχια
λόγια εκπαιδευμένα να διαστρεβλώνουν αλήθειες.
Είσαι απ’ αυτούς που τιμούν την αποστασία.
Κοιμάσαι – ξυπνάς; - αναπνέεις γι΄ αυτήν.
Μονάχα τα βράδια ανησυχείς, για τ΄ αποθέματα τα’ οξυγόνου σου.

Έχεις αλλάξει , χάθηκε απ’ τ’ άγγιγμα σου η θαλπωρή
απ’ τα  μάτια σου χάθηκε το δάκρυ.
Μόνο στον έρωτα αντιστέκεσαι, πια.

Διστάζουν οι άνθρωποι, παντού και πάντα διστάζουν.
Αφήνουν στους άλλους, τις πιο τολμηρές αποφάσεις.
Περίμενες να λυγίσω, πρώτη να πω, λόγια δικά σου, ανήκουστα.
Κρίμα που δεν έχω φτερά, μακριά απ’ την ομίχλη σου θα πετούσα.
Κρίμα που δεν έχεις συνείδηση!
Στα έγκατα της γης, μαζί με της μάνας σου την ευχή, την έθαψες.

 Χαρίζεις ρόδα, για να κοπώ απ’ τ’ αγκάθια.
Χαρίζεις προνόμια, για να πνιγώ στην απάτη.
Χαρίζεις ελπίδες, σε μιαν ετοιμοθάνατη.

Αυτή η φορά, θα είναι η τελευταία.
Δεν προσπάθησες ποτέ να με πείσεις.
Αυτή τη φορά, θα βρω το χαμένο μου θάρρος.
Για σένα, δεν ξαναχάνομαι.

Άναψε με! Ολονύκτιο κερί, θα φέγγω στη σκιά σου.
Θα’ χω καεί το πρωί, όταν θα φεύγεις κεφάτος.

Τελείωσε, άλλη μια πράξη.
Οι θεατρίνοι ξεντύνονται την οδύνη των ρόλων τους.
Απομένει γυμνή, η δική τους.




"ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ" 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: https://www.facebook.com/efthimisphotography?fref=ts