Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013

Το νουμεράκι σου;;;

Δύσκολη η χθεσινή μέρα. Είπα- ως καλός εγγονός- να εξυπηρετήσω τους παππούδες μου και να πάω στο νοσοκομείο για να τους γράψω τα φάρμακα.

 Στο νοσοκομείο έφτασα γύρω στις 7:30. Έξω από το γραφείο, που σε προμηθεύει με το ευλογημένο νούμερο προτεραιότητας, υπήρχε μια ουρά δεκατριών ανθρώπων…οι περισσότεροι από τους οποίους ήσαν ηλικιωμένοι. Όταν η ώρα έφτασε οκτώ, πίσω από το γραφείο αχνοφάνηκε η μορφή της γραμματέως· όλοι αρχίσαμε να βγάζουμε από τις τσάντες μας τα βιβλιάρια ανακουφισμένοι που η ορθοστασία θα έφτανε στο τέλος της. Όμως, η κυρία γραμματεύς άλλα σχέδια είχε στο μυαλό της. Κάθισε στο πιο πίσω γραφείο κι άρχισε να πληκτρολογεί ένα νούμερο τηλεφώνου, ε… σκέφτηκα, θα παίρνει τον προϊστάμενο να της δώσει εντολές. Ειρήσθω εν παρόδω, καθώς συνέβαιναν αυτά η ουρά όλο και μεγάλωνε. Καθώς, λοιπόν, η άλλη άκρη της γραμμής απαντά…αρχίζει η αξιαγάπητη κυρία γραμματέας να συζητά για το φαγητό που θα πρέπει να ετοιμάσει μετά την δουλειά. Πάει στο διάολο λες…πόσο πια θα πάρει να το αποφασίσει με την συνομιλήτρια της! Κι όμως αγαπητέ αναγνώστη… η συνομιλία κράτησε ένα τέταρτο, το οποίο οι ηλικιωμένοι κι όσοι καθυστερούσαμε στις δουλειές μας το υπομείναμε με ιώβεια υπομονή.

8: 15 και κάτι ψηλά ανοίγει το γραφείο κι αρχίζουμε να λαμβάνουμε τα νούμερα μας…δυο τρεις πήραν λάθος νούμερο…ήρθαν κι απαίτησαν διόρθωση…κι άλλη καθυστέρηση. Φτάνει εννέα και οι περισσότεροι ήμασταν μπροστά από το γραφείο των γιατρών για τις συνταγογραφήσεις. Χτυπά, το νούμερο ένα, την πόρτα για να μπει… αλλά απάντηση δεν παίρνει. Πάει να ανοίξει την πόρτα…η πόρτα κλειδωμένη. Συμπέρασμα…οι γιατροί του δημόσιου νοσοκομείου… εννέα η ώρα δεν ήταν ακόμη στο πόστο τους. Ρωτάμε την γραμματεία…οι γιατροί μετά τις δέκα έρχονται!...η απάντηση. Στο θάλαμο αρχίζει ένα βουητό αποτελούμενο από βρισίδια, σχόλια, παράπονα…προσευχές. Τελικά δέκα παρά είκοσι… φτάνει ο γιατρός…κάποιου η προσευχή εισακούσθη.

Αφού μπήκε ο πρώτος ακούω μια βραχνή φωνή να έρχεται προς το μέρος μου…ψιτ φίλε! Τι νούμερο έχεις; Γυρίζω προς το μέρος της φωνής και βλέπω ένα γεροντάκι γύρω στα ογδόντα να με κοιτά με εξεταστικό βλέμμα. Το δεκατέσσερα του απαντάω και γυρίζω προς την άλλη μεριά. Για να δω… μου λέει και πάλι· τι να δείτε του απαντάω αφελέστατα… το νουμεράκι μου λέει με το παλιομοδίτικο μάγκικο ύφος. Του το δείχνω και φεύγει με έναν μορφασμό ανικανοποίητου στο πρόσωπο του. Λίγο πιο πέρα μια κυρία… ελληνοαμερικανίδα… εξιστορούσε τα δεινά που την έχουνε βρει στη ζωή…η οποία εξιστόρηση πρέπει να κράτησε πάνω από τεσσεράμισι ώρες.

Η ώρα περνούσε, όμως, η ουρά δεν έλεγε να μικρύνει… τι να συμβαίνει άραγε; Άρχισε λοιπόν η έρευνα… ποιο νούμερο είναι μέσα; Το τρία…καλά εδώ και τρία τέταρτα ακόμα στο τρία είμαστε; Και πάλι η ίδια βαβούρα. Στην αίθουσα αναμονής πλησιάζει μια νέα γιατρός και μπαίνει στο γραφείο. Ανακούφιση από εμάς…άντε κι άλλος γιατρός…θα τελειώσουμε πιο γρήγορα. Μετά από δέκα λεπτά ανοίγει η πόρτα και βγαίνει η νεαρή γιατρός φωνάζοντας προς το μέρος του άλλου…όπως είπαμε για απόψε. Σκατά! Πιο νούμερο είπαμε είναι μέσα;

Όλη αυτή την ώρα άλλοι τέσσερις γιατροί μπήκαν στο γραφείο για να κουτσομπολέψουνε…κανείς από αυτούς βέβαια δε σκέφτηκε να βάλει κι ένα χεράκι, να εξυπηρετήσει τον κόσμο που περίμενε απ’ έξω.


Για να μη πολυλογώ... δώδεκα παρά ήμασταν ακόμα στο νούμερο επτά…ενώ το σύνολο των «εισιτηρίων» ήταν 37. Δώδεκα ακριβώς είχα ραντεβού με τον οδοντίατρο, επομένως έπρεπε να αποχωρίσω…κρίμα…γιατί δεν έμαθα το τέλος της εξιστόρησης της ελληνοαμερικανίδας…   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου