Τρίτη 1 Ιουλίου 2014

Ηλιόπετρα του Οκτάβιο Παζ




Του Γιώργου Λίλλη
 

Υπάρχουν έργα στη παγκόσμια λογοτεχνία που υπήρξαν από μόνα τους εμπνευσμένες στιγμές, σαν να προΰπαρχαν και φανερώθηκαν από το πουθενά για να εδραιώσουν μια οριακή λογοτεχνική στιγμή. Συνήθως αυτά τα έργα αποτελούν και τις κορυφώσεις μέσα στο σύνολο των δημοσιεύσεων κάποιου δημιουργού, διαφωτίζοντας έτσι σιωπηλά μια άλλη διάσταση του ανθρώπινου πνεύματος, εκείνου που συλλαμβάνει ανεξήγητες φωνές από κρύπτες μυστικές, από υποσυνείδητα κοιτάσματα που αναλαμβάνουν να επισημάνουν τη χαμένη μας οικειότητα με το σύμπαν και τους ρυθμούς του. Μ΄ αυτά τα αρχέγονα υλικά δημιουργήθηκε και η Ηλιόπετρα του Οκτάβιο Πάς. Ο Μεξικάνος Νομπελίστας ποιητής (1914-1998) στο αυτοβιογραφικό του κείμενο «Σαράντα χρόνια ποίηση», έγραφε για το πως εμπνεύστηκε το ποίημα: «Δεν είχα σχέδιο. Δεν ήξερα τι να γράψω. Η Ηλιόπετρα ξεκίνησε σαν αυτοματισμός. Τις πρώτες στροφές τις έγραψα, κυριολεκτικά, σαν να μου τις υπαγόρευε κάποιος». Το ποίημα άψογα δομημένο πάνω σε ενδεκασύλλαβους, όπως αναφέρει ο ποιητής έρεαν φυσιολογικά. Ο συγγραφέας πληροφορεί επίσης τον αναγνώστη στις σημειώσεις της αυτοτελής έκδοσης πως, «στο εξώφυλλο του βιβλίου είναι τυπωμένος ο αριθμός 584 γραμμένος κατά το αριθμητικό σύστημα των Μάγια, επίσης, στο ξεκίνημα και την κατακλείδα του ποιήματος εμφανίζονται τα αρχαία μεξικάνικα σύμβολα της Ημέρας 4 Ολίν (κίνηση), και της Ημέρας 4 Εχέκατλ (άνεμος)». Το ποίημα εκτυλίσσεται κι αυτό σε 584 στίχους, αριθμός που συμπίπτει με τις ημέρες της συνοδικής περιόδου της Αφροδίτης σηματοδοτώντας τον αφροδίσιο κύκλο.

περνώ απ΄ το σώμα σου σαν απ΄ τον κόσμο,
είναι η κοιλιά σου ηλιόλουστη πλατεία,
τα στήθη σου ναοί όπου τελούνται
του αίματος τα παράλληλα μυστήρια,
σαν το κισσό οι ματιές μου σε σκεπάζουν,
είσαι μια πόλη πελαγοζωσμένη,
ένα οχυρό που έχει το φως διχάσει
σε δυό ροδακινόχρωμα κομμάτια,
μια γη απ΄ αλάτι από πουλιά και βράχους
κάτω από του μεσημεριού τον νόμο,

*

χρόνια φαντάσματα ,κύκλιες ημέρες
που σ΄ ίδια αυλή οδηγούν, στον ίδιο τοίχο,
καίει η στιγμή, κι είναι μια όψη μόνο
οι όψεις οι διαδοχικές της φλόγας,
ένα όνομα όλα τα ονόματα είναι,
όλα τα πρόσωπα είναι ένα μόνο,
μονάχα μια στιγμή όλοι οι αιώνες
και πάντα στους αιώνες των αιώνων
θα φράζουν του αύριο την οδό δύο μάτια,

*

1937, Μαδρίτη,
Κεντούσαν οι γυναίκες στην πλατεία,
με τα παιδιά τους λέγανε τραγούδια,
μετά ο συναγερμός, κραυγές τριγύρω,
σπίτια γονατισμένα μες στη σκόνη,
κτήρια φτυσμένα, τείχη ραγισμένα,
κι ο ορυμαγδός διαρκώς των κινητήρων:
οι δύο γυμνώθηκαν κι αγαπήθηκαν
ν΄ αγωνιστούν για το αιώνιο μερτικό μας,

Το ποίημά παθιάζετε με τη ζωή, εφορμά στους ρυθμούς της και μεγαλουργεί για χάρη μας. Μεμονωμένοι στίχοι όπως «ανεμοδαρμένο σιντριβάνι», «ενός πουλιού που απολιθώνει δάση», «κοσμήματα της δίψας», «πορφυρά τείχη της λάβας», «εστεμμένη μοναξιά που ψάλλει», «αψίδα του αίματος, σφυγμών γεφύρι», «και κούρσεψε το μέτωπό μου ο ήλιος», φανερώνουν τη δύναμη του λόγου του, την καθάρια φαντασία που μας συναρπάζει με την ιδιαιτερότητά του να ανασκευάζει με προσωπικά υλικά του βλέμματός και της σκέψης μια οικουμενική γλώσσα. Ο Οκτάβιο Πας κατάφερε με το έργο αυτό να μιλήσει με απόλυτη διαύγεια για τη ζωή, τόσο άμεσα και τόσο καίρια που απευθύνεται στον καθένα μας προσωπικά, ξεπερνώντας γλωσσικά ή φυλετικά φράγματα και εκπληρώνοντας αυτό που είπε ο Κόουλριτζ: « ωσότου μια παράδοξη τέχνη συναρμόζει τα κομμάτια και δημιουργεί ένα τέλειο σύνολο».


και σάπιες προσωπίδες που χωρίζουν
  τον άνθρωπο απ' τους άλλους τους ανθρώπους,
  τον άνθρωπο απ' τον ίδιο,
               καταρρέουν
  σε μια αχανή στιγμή καθώς για λίγο
  νιώθουμε τη χαμένη ενότητά μας,
  τη δόξα και την ερημιά του ανθρώπου
  που θάνατο, ήλιο και ψωμί μοιράζει,
  το ξεχασμένο σάστισμα πως ζούμε  [...]

*

η ζωή, πότε ήταν πράγματι δική μας;
πότε είμαστε ό,τι είμαστε στ΄αλήθεια;
και μόνοι μας εν τέλει είμαστε πάντα
μονάχα ένα κενό, μια ζάλη, σ’ έναν
καθρέφτη μορφασμοί, ναυτία και τρόμος,
δεν είν’ ποτέ η ζωή δική μας, είναι
άλλων, δεν είναι κανενός, όλοι είμαστε
η ζωή –ψωμί του ήλιου για τους άλλους,
όλους τους άλλους που είμαστε οι ίδιοι–,
είμαι ένας άλλος όταν είμαι, οι πράξεις μου
είν’ πιο δικές μου όταν ανήκουν σ’ όλους,
για να ‘μαι εγώ πρέπει να είμαι άλλος,
να βγω απ’ το εγώ, να με ζητήσω σ’ άλλους,
τους άλλους που δεν είναι αν δεν υπάρχω,
τους άλλους που πληρούν την ύπαρξή μου,
είμαι δεν έχει ή εγώ, εμείς μονάχα,
πάντα η ζωή είναι άλλη, αλλού, πιο πέρα,
πέρ’ από εσένα ή εμένα, πάντα ορίζοντας,
ζωή που μας ποθεί και μας διχάζει,
μας δίνει πρόσωπο και το τσακίζει,
πείνα του είναι, ω θάνατε, ψωμί όλων,
… 

 

Η Ηλιόπετρα παρουσιάζεται σε μια προσεγμένη δίγλωσση έκδοση από τον εκδοτικό οίκο Μαΐστρος σε μετάφραση και επίμετρο του Κώστα Κουτσουρέλη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου